Η εγκράτεια
ΣΤΙΧΟΙ Η εγκράτεια
Όλα περνούν απότομα
έλεγε η γιαγιά μου στο Λίμπλαρ
όταν ζητούσαμε ένα ακόμα χωνάκι
απ’ τον Ιταλό.
Είχε συνηθίσει την άσκηση, την ολιγάρκεια,
είχε χάσει τον άντρα της το `44,
είχε χάσει την αίσθηση για τη λέξη αδικία,
δεν κλαψούριζε όπως ο Ιώβ.
έλεγε η γιαγιά μου στο Λίμπλαρ
όταν ζητούσαμε ένα ακόμα χωνάκι
απ’ τον Ιταλό.
Είχε συνηθίσει την άσκηση, την ολιγάρκεια,
είχε χάσει τον άντρα της το `44,
είχε χάσει την αίσθηση για τη λέξη αδικία,
δεν κλαψούριζε όπως ο Ιώβ.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος είχε ρίξει βόμβες
στη φάρμα της έξω απ’ το Βέσσελινγκ ενώ πενθούσε,
η Κολωνία είχε ισοπεδωθεί για πάντα.
Όποιος είδε τις φωτογραφίες, τους τοίχους
να γίνονται σκόνη,
ξέρει πως κατά βάση δε ζει κανείς τους,
πως οι πόλεις είναι απλά ονόματα,
Ντρέσντεν, Μπερλίν, Καιλν.
Η γιαγιά μου ίσως βρήκε την ηρεμία της
ένα απόγευμα
όταν είδε το πρόσωπο μέσα της
γιατί δε φαινόταν στο νιπτήρα,
γιατί δεν πήγαινε πια ταξίδια, ήταν χήρα
και δεν έσκυβε με τα γαλάζια μάτια της
στην κουπαστή μιας κρουαζιέρας
για ν’ ανεμίζουν οι κορδέλες του καπέλου
στο Βόσπορο.
Στίχοι για το τραγούδι Η εγκράτεια του έτους σε στίχους Αλέξιος Μάινας και σύνθεση Αμελοποίητα από το album .