Ο παράδεισος αργεί      

ΣΤΙΧΟΙ Ο παράδεισος αργεί      

Μαύρο σκυλί η μέρα, απ’ το χέρι με γραπώνει.
Έλα εδώ, μου λέει, μην αλλάζεις διαδρομή!
Πατά, σκληρά, το γκάζι και μου δίνει το τιμόνι,
με βγάζει στα τσιμέντα ημερήσια εκδρομή.

Τέσσερις ρόδες τρέχουν και η άσφαλτος να καίει.
Στη τσέπη η ζωή μου –αριθμός σ’ ένα χαρτί.
Ο πίσω μού κορνάρει να βιαστώ μα ποιος του φταίει
που ανάβει το φανάρι ένα κόκκινο «γιατί».

Δε μας χώρεσε αυτή η πόλη,
τη φοράμε και βουλιάζουμε στη Γη.
Τρέχουν γύρω μας μικροί διαβόλοι,
σήκω πάνω, κι ο παράδεισος αργεί.

Ένας κόμπος μας δένει τη φωνή
πιάσ’ το χέρι μου και λύσε το σχοινί
μες στο πλήθος να φύγουμε πεζοί
και μια μέρα να γεράσουμε μαζί.
Κάποια μέρα θα γεράσουμε μαζί.

Μπροστά, ο δρόμος έρχεται κι ο ίδιος, πίσω, φεύγει
κι εγώ τραβώ, στη μέση, φρένο στην εναλλαγή.
Στο τζάμι το είδωλό μου με κοιτά και μ΄αποφεύγει,
γελά απ’ τον καθρέφτη, τον ραγίζει για να βγει.

Στίχοι για το τραγούδι Ο παράδεισος αργεί       του έτους σε στίχους και σύνθεση από το album .