Στης πατερίτσας τον αχό
ΣΤΙΧΟΙ Στης πατερίτσας τον αχό
Ήταν κουλός ο δυστυχής από το χέρι το δεξί
κ’ ήταν αριά τα γένια του, λερή γεμάτα τρίχα
και το μουστάκι του στραβό κάτ’ απ’ τη μύτη τη λοξή
και τα πλεμόνια του σπηλιά σακατεμένου βήχα.
κ’ ήταν αριά τα γένια του, λερή γεμάτα τρίχα
και το μουστάκι του στραβό κάτ’ απ’ τη μύτη τη λοξή
και τα πλεμόνια του σπηλιά σακατεμένου βήχα.
Το `να του μάτι δάκρυζε λες κ’ έκλαιγε όλους τους νεκρούς
και τα ποδάρια σέρνονταν σ’ ένα θλιμμένο βήμα
κ’ ήτανε γέρος χούφταλο. Και τους παλιούς του τους καιρούς
που `τανε νιος πεθύμα.
Κ’ έβλεπε μπρος του –φάντασμα που τον κοιτούσε ειρωνικά
ένα κορμί λεβέντικο κ’ ένα σγουρό κεφάλι
που το `πνιγαν χυμοί ζωής και το νανούριζαν γλυκά
θερμές αγάπες κι όνειρα και κοπελιάς αγκάλη.
… Κι ο γέρος κάπου σκούντησε, πέτρα, σκαλί, δεν ξέρω
και τον προγγίξαν δυο παιδιά: “Στραβώθηκες βρε γέρο!”
Στίχοι για το τραγούδι Στης πατερίτσας τον αχό του έτους σε στίχους Αχθος Αρούρης και σύνθεση Αμελοποίητα από το album .