Το λιοντάρι της Δρέστης Ι V
ΣΤΙΧΟΙ Το λιοντάρι της Δρέστης Ι V
κάτω από τους μαιάνδρους των οστών,
κλήρος δοσμένος αδιαίρετα στα διαιρεμένα μέλη·
θ’ ανοίξει η σπείρα,
ξοδεύοντας όλη την ύλη στην καμπύλη τού μόχθου της,
προικίζοντας κάθε στιγμή μ’ έναν καινούριο χρόνο.
Ρημαγμένο τοπίο τής νίκης σας·
ο αδέξιος χορός τού λιονταριού,
λαθεύοντας ολόνυχτα την τονική των μέτρων,
την τρομαγμένη ελευθερία που ημερώνεται
από το ξάφνιασμα της αναγνώρισής της·
ταιριάζοντας τ’ ανεμικά πατήματα του φόβου,
φόβου μέσα στον φόβο που υποτάχθηκε
στη ροή ενός διαλείποντος κόσμου,
προσπαθώντας να λύσει το αίνιγμα του ορίου
ανάμεσα στον λυγμό και το σύμπαν.
Σε σκόνη σκόρπισαν οι αρμοί, σε στίλβη η στίλβη,
θέρμη παγιδευμένη στον καπνό που λιχνίστηκε πάνω απ’ τη χαίτη,
φέρνοντας πιο κοντά τον σφυγμό στην ανάσα του,
το αβέβαιο πέλμα στη ρωγμή των ενστίκτων·
φέρνοντας πιο κοντά τη διαπασών του ορίζοντα,
καθώς ριγούν οι παλμοί σε παράκλητους φθόγγους,
κλίμακες που ενώνουν το λαχάνιασμα της τρομερής ζωής με την κατεύθυνσή της,
εκεί, στο ασύμμετρο κούφωμα των σορών,
στη δυσανάγνωστη τομή τής αχρονίας·
εκεί όπου η άγρια καρδιά διδαγμένη τον κόσμο αφήνεται στον τρεμάμενο κόρφο.
Εκεί, πού;
Πού μέσα δέχτηκε η σιωπή την έκτασή της;
Σε ποια βουβή συνάντηση ωρίμασε η ανάγκη;
Ρημαγμένο τοπίο τής νίκης σας·
άδειο που ηχούν τα ξύλινα ποδάρια λυμφατικών σκιών·
θα υπάρξει το άστρο
που θα κοιτάξει πιο ψηλά απ’ το δικό του θάμβος·
ψηλά, ψηλά, πολύ ψηλά,
μέχρι το αρχαίο γέλιο των αγγέλων.