Duruti
ΣΤΙΧΟΙ Duruti
Όπως το μισάνοιχτο τραγούδι στον αέρα.
Στα σύνορα
στις έδρες των δικαστηρίων και των καμπαρέ.
Θ’ άνοιγαν το πουκάμισο στις τρυφερές
παράνομες συχνότητες.
Θα συναντούσαν το όραμα στη μέση του κόσμου.
Αυτοί, που η ερωμένη του πάπα τους οδηγούσε
σαν υπνοβάτης στην αιώνια έξαρση των κοσμικών.
Θα διέσχιζαν ξάγρυπνοι τα Πυρηναία.
Ντυμένοι στα μαύρα.
Ζητώντας τους διεθνείς συντρόφους στα επιτελεία
των καπηλειών.
Στο σίδερο και την πέτρα.
Αυτοί, ποπολάροι και ρέμπελοι
στο διαρκή έρωτα
στη διαρκή επανάσταση
θ’ άνοιγαν και θα διέσχιζαν ξάγρυπνοι
το Γράμμο και την Κρονστάνδη,
αφήνοντας πίσω
ανθισμένες φυλακές
πυρπολημένα νομοσχέδια
ανθρώπους με μικρά ονόματα
και μεγάλη καρδιά.
Γιατί ήξεραν ν’ αγκαλιάζονται σφιχτά.
Να πεθαίνουν και να σκοτώνουν μ’ ένα γέλιο.
Αυτοί, που δεν τους λύγισαν παρά τα μάτια των
παιδιών
περιφέρουν ακόμα το προαιώνιο γιατί
περιφέρουν τρεις χιλιάδες συναπτά έτη τη
φωτογραφία
του Buenaventura, ρωτώντας:
-Είδατε πουθενά τον φίλο μας;
Στα σύνορα
στις έδρες των δικαστηρίων και των καμπαρέ.
Θ’ άνοιγαν το πουκάμισο στις τρυφερές
παράνομες συχνότητες.
Θα συναντούσαν το όραμα στη μέση του κόσμου.
Αυτοί, που η ερωμένη του πάπα τους οδηγούσε
σαν υπνοβάτης στην αιώνια έξαρση των κοσμικών.
Θα διέσχιζαν ξάγρυπνοι τα Πυρηναία.
Ντυμένοι στα μαύρα.
Ζητώντας τους διεθνείς συντρόφους στα επιτελεία
των καπηλειών.
Στο σίδερο και την πέτρα.
Αυτοί, ποπολάροι και ρέμπελοι
στο διαρκή έρωτα
στη διαρκή επανάσταση
θ’ άνοιγαν και θα διέσχιζαν ξάγρυπνοι
το Γράμμο και την Κρονστάνδη,
αφήνοντας πίσω
ανθισμένες φυλακές
πυρπολημένα νομοσχέδια
ανθρώπους με μικρά ονόματα
και μεγάλη καρδιά.
Γιατί ήξεραν ν’ αγκαλιάζονται σφιχτά.
Να πεθαίνουν και να σκοτώνουν μ’ ένα γέλιο.
Αυτοί, που δεν τους λύγισαν παρά τα μάτια των
παιδιών
περιφέρουν ακόμα το προαιώνιο γιατί
περιφέρουν τρεις χιλιάδες συναπτά έτη τη
φωτογραφία
του Buenaventura, ρωτώντας:
-Είδατε πουθενά τον φίλο μας;
Στίχοι για το τραγούδι Duruti του έτους σε στίχους Γιώργος Δάγλας και σύνθεση Αμελοποίητα από το album .